Υπερπροστατευτικοί γονείς: Ποιες οι επιπτώσεις στο παιδί;


Όταν κάποιος γίνεται γονιός, το παιδί γίνεται το κέντρο του κόσμου του και η βασική του προτεραιότητα. Οι γονείς αγαπούν απεριόριστα τα παιδιά τους, τα φροντίζουν, τα νοιάζονται, τα στηρίζουν, τα βοηθούν και είναι δίπλα τους μέχρι να μπορέσουν να σταθούν στα πόδια τους και να ανοίξουν τα φτερά τους. Ωστόσο, όπως με όλες τις καταστάσεις στη ζωή, έτσι και εδώ, το μέτρο είναι απαραίτητο: Πολλές φορές, παρατηρούνται γονείς που επιδεικνύουν υπερβολικό ζήλο σε ό,τι αφορά την προστασία και τη φροντίδα και η υπερβολή αυτή οδηγεί συχνά σε καταπίεση και εγκλωβισμό των παιδιών. Τι εννοούμε, όμως, όταν λέμε «υπερπροστατευτικοί γονείς»;

Ως υπερπροστατευτικοί χαρακτηρίζονται εκείνοι οι γονείς που παρέχουν υπερ το δέον φροντίδα, προστασία και προσοχή στο παιδί. Το συνοδεύουν παντού, αποφασίζουν για εκείνο, έχουν εποπτεία και έλεγχο σε ό,τι το αφορά, ικανοποιούν άμεσα όλες του τις ανάγκες, τα υποκαθιστούν και αναλαμβάνουν τις ευθύνες του, επιλύουν οι ίδιοι τα προβλήματα του, τού δείχνουν υπέρμετρη επιείκεια, το προστατεύουν από δυσκολίες, απογοητεύσεις, συναισθηματικό πόνο κ.α.

 Πού οφείλεται η υπερπροστατευτικότητα των γονιών;

Οι λόγοι για τους οποίους γίνεται κανείς υπερπροστατευτικός με το παιδί του είναι πολύ προσωπικοί και σχετίζονται με εμπειρίες, ανατροφή, βιώματα, χαρακτήρα κ.α. Ωστόσο, υπάρχουν κάποιες πιθανές αιτίες που συναντώνται αρκετά συχνά:

-      Ανασφάλεια: Γονείς που σε γενικές γραμμές δεν αισθάνονται σιγουριά και αυτοπεποίθηση, αλλά ανασφάλεια και φόβο, είναι επόμενο να ανατρέφουν παιδιά βάσει αυτής της εσωτερικής διάθεσης, τη  οποία τείνουν να τούς μεταδίδουν. Εφόσον βιώνουν ανασφάλεια με τον εαυτό και τον κόσμο γύρω τους, οι γονείς αυτοί θεωρούν αυτονόητο ότι πρέπει να προστατεύουν και να διαφυλάσσουν τα παιδιά τους στον μέγιστο βαθμό.

-      Έλλειψη νοήματος: Τα παιδιά δίνουν οπωσδήποτε άλλο νόημα στη ζωή του γονέα. Ωστόσο, αν οι γονείς δεν έχουν και άλλα πράγματα που νοηματοδοτούν την καθημερινότητα και την ύπαρξη τους, είναι πολύ πιθανό να «πέφτουν με τα μούτρα» στο παιδί και να ασχολούνται υπερβολικά μαζί του. Έτσι, αφού η μόνη πηγή χαράς, ικανοποίησης, αξίας και νοήματος είναι το παιδί, οι γονείς δεν θέλουν (υποσυνείδητα) την αυτονόμηση του , αλλά επιδιώκουν να το κρατήσουν όσο το δυνατόν περισσότερο εξαρτημένα από εκείνους και την προστασία τους.

-      Υπερκάλυψη ελλείμματος: Αν ένας γονιός, έστω και υποσυνείδητα, αισθάνεται ανεπαρκής σε ένα επίπεδο, είναι πιθανό να γίνει υπερπροστατευτικός και να «τα δίνει όλα» για το παιδί, ώστε να αναπληρώσει το έλλειμμα που νιώθει στη γονεϊκή του ικανότητα. Για παράδειγμα, ο γονέας που δυσκολεύεται να συζητάει, να κατανοεί και να δείχνει ενσυναίσθηση στο παιδί, μπορεί να προσπαθεί να καλύψει αυτό το κενό όντας πάντα δίπλα του σε πρακτικά ζητήματα, στη φροντίδα όσον αφορά το φαγητό, την καθαριότητα, τα δρομολόγια, τα χρήματα κ.α.

-     Ναρκισσισμός: Θεωρώντας τα παιδιά ως προέκταση του εαυτού τους, οι γονείς που θέλουν από αυτά να πετυχαίνουν, να διακρίνονται, να ξεχωρίζουν και να μην κάνουν λάθη, συνήθως παίρνουν την κατάσταση στα χέρια τους και φροντίζουν οι ίδιοι για όλα τα παραπάνω, υπό το πρόσχημα της προστασίας.

Ποιες είναι οι επιπτώσεις στα παιδιά;

Παρά το ότι οι υπερπροστατευτικοί γονείς έχουν καλή πρόθεση και δεν αντιλαμβάνονται ότι η στάση τους στην πραγματικότητα δεν είναι βοηθητική, οι επιπτώσεις, όσον αφορά τη διαμόρφωση της προσωπικότητας και τον ψυχισμό των παιδιών, είναι σημαντικές:

1.   Χαμηλή αυτοπεποίθηση και αυτοεκτίμηση: Εφόσον οι γονείς δεν αφήνουν το παιδί να κάνει μόνο του πράγματα, να δοκιμαστεί, να πάρει αποφάσεις κλπ., το παιδί λαμβάνει το μήνυμα ότι δεν είναι ικανό για όλα αυτά, ότι δεν μπορεί μόνο του, παρά χρειάζεται πάντα κάποιον να το βοηθάει. Έτσι, δεν αποκτά πίστη στις ικανότητες και τα ταλέντα του, ούτε έχει εμπιστοσύνη στον εαυτό και την αξία του. Αντίθετα, μέσα του καλλιεργείται μία αίσθηση ανεπάρκειας και μία τάση αυτό-αμφισβήτησης.

2.  Ελλιπής ανάπτυξη: Λόγω της υπερπροστασίας, το παιδί έρχεται σε επαφή με λιγότερα ερεθίσματα και προκλήσεις, σε σχέση με άλλα παιδιά της ηλικίας του. Έτσι, δεν του δίνεται η ευκαιρία να αναπτύξει δεξιότητες και να εξελιχθεί σε ψυχολογικό, κοινωνικό και συναισθηματικό επίπεδο.

3.    Παθητικότητα: Εφόσον ο γονέας είναι εκείνος που μπαίνει πάντα μπροστά και αποφασίζει, επιλέγει και ενεργεί πολλές φορές αντί του παιδιού, είναι φυσικό κι εκείνο να υιοθετήσει μία παθητική στάση στη ζωή, λέγοντας «Αφού κάποιος άλλος μπορεί να το κάνει για εμένα, γιατί να ενεργοποιηθώ;». Έτσι, το παιδί επαναπαύεται, δεν θέλει να παίρνει πρωτοβουλίες ή ρίσκα και δεν διεκδικεί, παρά μένει παθητικό και άβουλο. Εκτός αυτών, η παθητική στάση το προφυλάσσει και από τα λάθη.

4. Κακομαθημένο παιδί: Το παιδί που χαίρει αυτής της υπερβολικής προστασίας και ενασχόλησης από τον γονέα, είναι πιθανό να εξελιχθεί σε ένα παιδί «κακομαθημένο», που θα τα περιμένει όλα έτοιμα στη ζωή, θα απαιτεί συνεχώς την προσοχή, την επιείκεια και την ευκολία, με αποτέλεσμα φυσικά να ματαιώνεται συνεχώς, αφού η πραγματική ζωή επιφυλάσσει αρκετές δυσκολίες.

5.     Ψυχολογικές επιπτώσεις: Έρευνες έχουν δείξει ότι, τα παιδιά υπερπροστατευτικών γονέων εμφανίζουν συχνά συμπτώματα άγχους και κατάθλιψης, ως απόρροια αυτής της ψυχοπιεστικής κατάστασης που βιώνουν κατά την ανατροφή τους. Στα παραπάνω συμβάλλει και η πεποίθηση που καλλιεργούν οι γονείς, ώστε να δικαιολογήσουν τη στάση τους, η οποία υποστηρίζει ότι ο κόσμος δεν είναι ασφαλής και οι άνθρωποι είναι επικίνδυνοι.

6.  Αντίδραση: Το παιδί μπορεί, επίσης, να αντιδράσει έντονα  απέναντι στην υπερβολική προστασία των γονιών, καταφεύγοντας σε ακραίες, ακόμα και παραβατικές συμπεριφορές, ξεκινώντας έτσι μία «επανάσταση».

 


Οι υπερπροστατευτικοί γονείς πιστεύουν ότι κρατώντας τα παιδιά σε ένα «κουκούλι» ασφάλειας πραγματικά τα βοηθούν. Και ενώ βραχυπρόθεσμα τα παιδιά μπορεί όντως να επωφελούνται από την έλλειψη προβλημάτων και ευθυνών, μακροπρόθεσμα, στην ενήλικη ζωή, είναι πολύ πιθανό να αντιμετωπίσουν σοβαρές δυσκολίες, αφού η προσωπικότητα τους δεν θα έχει αναπτυχθεί υγιώς και ολοκληρωμένα.

Ο γονιός που δεν αφήνει ελευθερίες στο παιδί, επειδή θέλει να το προστατέψει από έναν τραυματισμό ή μια απογοήτευση, τού στερεί πολλά περισσότερα από όσα θα του στερούσε μία κακοτοπιά: τού στερεί την ευκαιρία να αναπτυχθεί ως προσωπικότητα, να εμπλουτιστεί με εμπειρίες και να εφοδιαστεί με δεξιότητες απαραίτητες στην ενήλικη ζωή.

Αν θέλουμε να μεγαλώσουμε παιδιά με αυτοπεποίθηση και εμπιστοσύνη στον εαυτό τους, δεν έχουμε παρά να τα αφήσουμε να προχωράνε μπροστά, ενώ εμείς θα βρισκόμαστε ένα βήμα πίσω, ώστε να βοηθάμε μόνο όταν πραγματικά το χρειάζονται.

 

Κείμενο: Αγγελική Κονιδάρη

Σύμβουλος Ψυχικής Υγείας M.Sc./Ψυχοθεραπεύτρια

 

 

Δημοσίευση σχολίου

0 Σχόλια